Page 110 - Θρακιώτικα Παραμύθια
P. 110

Δευτέρα μεσημέρι ο Χρήστος ο Αλευράς απολύεται και Δευτέρα
                   βράδυ φτάνει στη Θεσσαλονίκη στο χωριό Λαγυνά μαζί με την Αναστα-

                   σούδα. Την έκλεψε από το Μαυροειδέϊκο. Με τον καιρό το πήραν από-
                   φαση ότι ο Μακεδόνας ήταν το τυχερό της. Έστησαν το νοικοκυριό τους

                   πάνω στην αγάπη και το σεβασμό. Νοικοκύρης ο Μακεδόνας, χτίστης μά-

                   στορας από τους καλύτερους του χωριού, αλλά και η Αναστασούδα η κα-
                   λύτερη νοικοκυρά της περιοχής και ας ήταν κι μικρούλα.


                         Εκείνη ήταν που δίδαξε στις γυναίκες του χωριού πως να πλέκουν
                   με το βελονάκι τα τσεμπέρια τους. Εκείνη ήταν που δίδαξε στις συχω-

                   ριανές της και ένα σωρό χρήσιμα πράγματα γύρω από το νοικοκυριό. Η

                   ζωή της ήταν πάντα γεμάτη αγάπη, με το Μακεδόνα και τα τέσσερα παι-
                   διά της, όμως παρόλα αυτά νοσταλγούσε τη πατρίδα της.


                         Το μπουμπάκο της (το μπαμπά της), τη μάνα της, αλλά και τους α-
                   δερφάδες της που την τραγουδούσαν. Λίγες φορές τους ξαναείδε, είχαν

                   δίκιο οι δικοί της, ήταν μακριά στα ξένα. Έχασε και τον αγαπημένο της

                   το Χρήστο τον Μακεδόνα πολύ νωρίς και δεν πρόλαβε να τον χορτάσει,
                   όπως έλεγε.


                          «Τώρα μου κόψαν τα φτερά και πάω περπατώντας»,

                         ψιθύριζε η Αναστασούδα. Πάντρεψε τα παιδιά της και απέκτησε εγ-

                   γόνια, πολλά εγγόνια. Τα μάζευε όλα γύρω της και τα μιλούσε συνέχεια
                   για την πατρίδα της και για την αγάπη της, τον παππού τους τον Μακε-

                   δόνα. Ένας νοντάς ήταν που πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της,

                   μα ήταν στολισμένος, νοικοκυρεμένος. Από την Ανατολική μεριά του τοί-
                   χου εικονοστάσι με την Παναγιά να δεσπόζει και το καντήλι πάντα αναμ-

                   μένο. Γύρω γύρω στους τοίχους είχε πάντες από τα χέρια της, φτιαγ-

                   μένο κάτω, στρωμένο υφαντό, κιλίμι με μεγάλα κόκκινα τριαντάφυλλα και





                                                                                                                 Σελ.  109
   105   106   107   108   109   110   111   112   113   114   115