Page 39 - Θρακιώτικα Παραμύθια
P. 39
Έντρομος ο Γιάννης απομακρύνθηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε και
συνέχισε το δρόμο του. Μόλις έφτασε το βράδυ έψαξε και βρήκε ένα
πανδοχείο να περάσει τη νύχτα. Κάθισε να φάει κάτι πριν κοιμηθεί. Όλοι
στην τραπεζαρία πίνανε γιατί κάποιος τους κερνούσε όμως ο Γιάννης
θυμήθηκε τη δεύτερη συμβουλή του αφεντικού του και δεν έβαλε γουλιά
στο στόμα του. Όσοι είχαν πιει κοιμήθηκαν τόσο βαριά, που δεν κατάλα-
βαν αυτόν που μπήκε στα δωμάτια τους το βράδυ και τους έκλεψε ότι
πολύτιμο είχαν. Ο Γιάννης μόνο κοιμόταν ελαφριά και έτσι δεν κατάφε-
ραν να τον κλέψουν και αυτόν. Μετά από δύο ακόμη μέρες δρόμο έφτασε
επιτέλους στο σπίτι του. Ήταν αργά το βράδυ, και πριν χτυπήσει τη
πόρτα, κοίταξε κλεφτά από το παράθυρο. Βλέπει τότε τη γυναίκα του να
αγκαλιάζει ένα παλικάρι και να του χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Η γυναίκα μου δεν με περίμενε και ξαναπαντρεύτηκε».
Και θύμωσε πάρα πολύ. Τότε θυμήθηκε το αφεντικό του που του
είχε πει το θυμό του να τον κρατάει για την άλλη μέρα και βρήκε ένα μέ-
ρος να περάσει τη νύχτα με σκοπό να πάει την άλλη μέρα στο σπίτι του.
Σελ. 38