Page 133 - Θρακιώτικα Παραμύθια
P. 133

26.  Η ΤΥΧΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ



                         Μια φορά και έναν καιρό σε μια πόλη της Θράκης υπήρχε ένας
                   πλούσιος άντρας. Αυτός μετά από λίγα χρόνια παντρεύτηκε και έκανε

                                                                       δύο αγόρια, το ένα ήταν 7 χρο-

                                                                       νών και το άλλο 8. μια μέρα
                                                                       ήρθε ο Θεός στο όνειρο του

                                                                       πλουσίου και του είπε

                                                                            «θα σου δώσω ένα κακό,

                                                                       θες να στο δώσω τώρα που

                                                                       είσαι νέος ή όταν θα γεράσεις
                                                                       ;»


                                                                            και εκείνος απάντησε

                                                                            «να μου το δώσεις τώρα

                                                                       που μπορώ να το αντέξω».

                                                                            Το άλλο πρωί καθώς πήγε

                                                                       στη δουλειά του, πήγαν τα παι-
                                                                       διά του εκεί και του είπαν


                                                                            «ένας που πουλούσε υ-
                   φάσματα πήρε τη μαμά»,


                         ο πατέρας τους τους είπε

                         « εσείς είστε καλά; »

                         «ναι είμαστε»,


                         απάντησαν τα παιδιά. Μετά από λίγους μήνες έχασε όλη του την πε-
                   ριουσία και αποφάσισε να πάει σε ένα χωριό να γίνει αγελαδάρης.









                                                                                                                 Σελ.  132
   128   129   130   131   132   133   134   135   136   137   138